Δευτέρα 12 Οκτωβρίου 2015

Ένας μικρός πρόλογος

«ΠΡΟΛΟΓΟΣ»

«Κύριες και κύριοι, πιωμένοι και υποκριτές νηφάλιοι, καλλιτέχνες και μικροαστοί μου βολεμένοι, καλωσήρθατε»
Εκτενής παύση, ο υποβολέας σηκώνεται, προσφέρει ένα χαρτί στον αρχιμαφιόζο που έχει καταλάβει τη σκηνή.
Το κοινό νιώθει άβολα, αδιόρατες ερωτήσεις ξεπετάγονται, κενά ερωτηματικά. Πού ήρθαμε, τι είναι εδώ.
Ο μίμος ξεροβήχει
«Συγγνώμη, συγγνώμη για την αναστάτωση, το αξιότιμο επιτελείο μου και εγώ θα θέλαμε να σας ενημερώσουμε πως… αχ πώς να το θέσω κόσμια… δεν υπάρχει παράσταση, όλα ήταν μια απάτη, μια αξιοπρεπέστατη διαφήμιση, σας κατακλέψαμε…ΠΟΥΦ, αέρας, κενό, τίποτα. Μπορείτε να φύγετε, διεκδικήστε τα χρήματα σας πίσω, δε θα σας τα δώσουμε. Άντε σηκωθείτε!»
Το κοινό χαμογελάει. Ο φαρσέρ τους κοιτάζει επίμονα. Το κοινό παραμένει καθισμένο. Ο πιο θαρραλέος φωνάζει: «Επόμενη πράξη»
Το δάκρυ του μίμου ξεφτίζει, καλύπτεται από ένα αληθινό. «Ποια συνέχεια; Μα σας εξήγησα… απάτη, σας παρακαλώ πιστέψτε με, δεν υπάρχει έργο, ούτε πλοκή! Βλαμμένα, καθισμένα όντα! Σηκωθείτε»
Μια καθωσπρέπει κυρία παίζει νευρικά με το φουλάρι της, ο άντρας της σφίγγει τον καρπό της. «Μα δεν επιτρέπω τέτοια γλώσσα. Θεατρίνοι, νομίζουν πως έχουν κάτι να πουν λέγοντας την αλήθεια.» Ευθύς καλύπτει το στόμα της με το μαντήλι, ο σύζυγος της, γνωστός γιατρός και κοσμικός, βεβαίως βεβαίως, την κοιτάζει απορημένος. Από πού και ως που τέτοια δόση σοφίας από μια κυρία της τάξης μας;
«Σας παρακαλώ, ησυχάστε δεν ακούμε τα λόγια του ηθοποιού!» Η γηραιότερη γυναίκα φαίνεται ενοχλημένη, έχει δει πολλές παραστάσεις μα ετούτη εδώ τις έχει κεντρίσει το ενδιαφέρον, δίχως πλοκή, αλλά τόσο γνώριμη σαν να την έχει δει εκατομμύρια φορές σε ένα γνώριμο, μισοξεχασμένο όνειρο. Εκείνες τις νύχτες της Κατοχής που όλοι φωνάζουν πριν λαλήσει ο κόκορας πως πρέπει να ξυπνήσει. Έρχεται η μέρα της αγρύπνιας. Όχι, όμως, τώρα βρίσκεται σε μια εξελισσόμενη φαρσοκωμωδία, τη ζωή.
«Τη ζωή την αφήσαμε εδώ και ένα τέταρτο, πέντε βήματα πιο πίσω, μαζί με τα παλτό και τις ακριβές εσάρπες μας.» Συμπληρώνει αναστοχαζόμενη η παιδική της φίλη που υπομονετικά κοιτάζει τον ουρανό, παρακαλώντας το Μεγαλοδύναμο να τη γλιτώσει από ένα ακόμη ευτυχές ανούσιο τέλος.
«Κοίτα τις γριές πως σιγοψελλίζουν, κοιτούν το Θεό, σαν κάτι να περιμένουν. Ανόητες κυράτσες, το θάνατο δεν το γλιτώνετε. Γιατί ήρθαμε σήμερα, είχε βραδιά χορού λίγο πιο πέρα. Εσύ και οι φαεινές σου ιδέες. Θα ήταν καλό να δούμε και κάτι του επιπέδου μας για μια φορά. Όχι άλλη εκτόνωση. Χαζομάρες και εγώ σε ακούω. Αν δε βελτιωθεί η κατάσταση, εγώ θα φύγω, με ακούς;» Νεαρός με αίμα βρασμένο, πάθος που εξατμίστηκε και με μία στύση που μαίνεται για τη συνέχεια της βραδιάς. Η κοπέλα τον ακούει στωικά και φαντασιώνεται τις διπλές ρυτίδες των γιαγιάδων. Χρονολαγνεία ή πιο απλά κούραση για τις απαιτήσεις της νεότητας.
Ο ταξιθέτης προχωράει προς τη σκηνή με αργά, σταθερά βήματα. Ροδάκια σέρνονται πάνω στο ξύλο, ο μίμος παραχωρεί τη θέση του στην καρμανιόλα.

«Τη νύχτα σου μιλώ σαν απευθύνομαι σε ευαίσθητη καρμανιόλα.
Μην απορείς οι λέξεις δε λικνίζονται παρά μόνο σαν ακούν το όνομα σου
Γλυκιά, φιλήδονη απογοήτευση μη στραγγίζεις το αλκοόλ από τους εξορισμένους
Μια πρόποση
Σε εσάς που κυλήσατε σε τούτα τα απωθημένα χείλη
Δε σας μισώ, μόνο καταριέμαι τη ζωή που σας χάρισε μόνο τόσες ευκαιρίες
Άγγιξα την παραίσθηση, με φίλησε, με κράτησε και μου έδωσε κάτι παραπάνω από ένα ποίημα για να γράψω»
Θάνατος, χειροκρότημα
«Μα τι ρεαλισμός! Τι ταλέντο! Μπράβο στο σκηνοθέτη»
Κραυγές φόβου από τον αρχιμαφιόζο. Οι θεατές ξεσάλωσαν, ο τολμηρός ορμά στο πιάνο! «Τραγουδήστε σας λέω. Τραγουδήστε για το θάνατο, για την ποίηση! Αχ τι κέφι.»
«Δεν είναι παράσταση. Είναι νεκρός. Νεκρός. Νεκρός» Η φωνή του αργοσβήνει. Ξαφνικά αποκτά ενδιαφέρον, κανείς δε σηκώνεται, κανείς δε φεύγει. Μόνο η γριά. Την καλεί ο ουρανός, με τα μάτια κλειστά και πίστη σε παντοδύναμες υπάρξεις. «Δε βαρεθήκατε, όχι άλλα θεάματα. Γιατί κανείς δεν κινείται;» Όχι άλλο αίμα
Οι πραγματικοί ηθοποιοί βρίσκονται στοιβαγμένοι στα μικρά τους καμαρίνια, κελιά με στροφές, στίχους και ερμηνείες. Υπήρξε παράσταση, ένα παιδικό θεατρικό που ποτέ δεν ανέβηκε. Επαναλήψεις σε σφιγμένες αγκαλιές
«Το σκιάχτρο που έγινε άνθρωπος»
«Ο ήλιος ο μεγάλος, ο φωτεινός»
«Αυτός ο κόσμος δε θα αλλάξει ποτέ»
«Σας ευχαριστούμε που μας παρακολουθήσατε»
Κάποτε θα καταλάβουν…